Ο πιο σκληρός των παλιών
Ο πιο σκληρός των παλιών
Ο «βασιλιάς της παραλιακής» Θέμης Καλαποθαράκος θεωρείται ο πιο σκληρός της παλιάς γενιάς και επιβεβαιώνεται περίτρανα από τον τρόπο που έπεσε. Του έριξαν εξήντα σφαίρες και ενώ ήταν βαριά τραυματισμένος κατάφερε να πυροβολήσει τουλάχιστον δεκαοκτώ φορές.
Ξεχώριζε στην νύχτα. Όταν έφθανε κάπου, ήταν σαν να πήγαινε στην απονομή βραβείων Όσκαρ ένας διάσημος σταρ. Όπως και ο συνεργάτης του και φίλος του Γιώργος Φραγκογιάννης είχε στυλ και λεπτούς τρόπους. Διέθετε γοητεία, πλατύ χαμόγελο, ακριβό ντύσιμο. Συναναστρεφόταν με επώνυμους. Για κάποιους από αυτούς, ανελάμβανε να «συμμορφώσει» αντιπάλους τους στις επιχειρήσεις, με όποιον τρόπο χρειαζόταν, από απλή ενόχληση μέχρι και εξόντωση.
Ξεκίνησε με προστασία σε κέντρα του Μενιδίου στην δεκαετία του ’80. Δάσκαλος του ήταν ο Θεόδωρος Καλλιμώρος. Το 1986 δεν σταμάτησε σε σήμα αστυνομικών και τον καταδίωξαν. Είπε ότι φοβήθηκε μήπως είναι κάποιοι του συναφιού του. Στην κατοχή του βρέθηκε μικροποσότητα χασισέλαιου. Τον Αύγουστο του 1991, στην Σαρωνίδα, έβγαλε από την μέση με την βοήθεια του συνδικάτου των εκτελεστών τον μέντορα του Θεόδωρο Καλλιμώρο. Για να γλυτώσει τα αντίποινα έφυγε στην Ιταλία και την Γερμανία. Εκεί γνώρισε τον Αρκάν και συνεργάστηκε μαζί του.
Έλληνες εθελοντές και μισθοφόροι σχημάτισαν την Ελληνική Εθελοντική Φρουρά και πολέμησαν στο πλευρό των Σέρβων. Οι ελληνο-σερβικές σχέσεις δεν περιορίστηκαν μόνο σε αυτό αλλά επεκτάθηκαν στο λαθρεμπόριο τσιγάρων, καυσίμων, όπλων και ναρκωτικών. Ο Αρκάν είχε συνεργασία με τον μεγαλέμπορο κοκαΐνης Ντάρκο Αρσάνιν. Σέρβοι και Έλληνες από τον Μυλοπότομο, είχαν συστήσει σπείρα για διακίνηση όπλων και ναρκωτικών, με αρχηγό Σέρβο με το ψευδώνυμο Κριστιάν.
Το Ιούνιο του 1997, αναφορά του τμήματος ανθρωποκτονιών, τον θεωρούσε εντολέα τουλάχιστον δύο φόνων του «συνδικάτου του εγκλήματος». Η μία ήταν σε βάρος του διαχειριστή του κλαμπ Mercedes Ευάγγελου Παρασιάκου, τον Φεβρουάριο του 1993 στην Νέα Ερυθραία και η δεύτερη σε βάρος του δάσκαλου οδήγησης Μανώλη Σάμιου, τον Ιανουάριο του 1994 στον Ρέντη. Είχε καταχωρηθεί ως γνωστός νονός της νύχτας αλλά δεν κατάφεραν να του αποδώσουν ποτέ κάποια σοβαρή κατηγορία. Κανένας δεν τολμούσε να μιλήσει.
Δέκα μέρες μετά την εκτέλεση του Βασίλη Γρηγοράκου, το βράδυ της 25ης Ιουλίου 2000, γύριζε στην Αθήνα από την πολυτελή βίλα του στον Σχοινιά. Σε ένα τροχόσπιτο στην αυλή του σπιτιού του, βρέθηκαν αργότερα, ένα υποπολυβόλο ΜΡ-5, ένα αυτόματο Ούζι, χειροβομβίδες, πυροκροτητές και πολλές σφαίρες. Οδηγούσε ένα Mitsubishi Pajero που ανήκε στην μητέρα του.
Σε απόσταση 200-300 μέτρων, στην Λεωφόρο Ποσειδώνος, τον περίμεναν οι εκτελεστές σε μια μοτοσυκλέτα Yamaha ΧΤ 600. Άρχισαν να πυροβολούν με αυτόματο Καλάσνικοφ και 9άρι πιστόλι. Τα λάστιχα έσκασαν από τις σφαίρες και το τζιπ σταμάτησε. Ο Καλαποθαράκος βγήκε από το αυτοκίνητο με ένα 9άρι Smith & Wesson και πυροβόλησε κατά των εκτελεστών τουλάχιστον 18 φορές. Μετά από λίγο σωριάστηκε στο έδαφος.
Οι δράστες τον πλησίασαν και του έριξαν την χαριστική βολή. Οκτώ σφαίρες τον τραυμάτισαν θανάσιμα στον θώρακα και στην κοιλιά. Περισσότεροι από 60 κάλυκες βρέθηκαν σε ακτίνα 100 μέτρων. Ο θάνατος τον βρήκε στην ίδια ηλικία, 37 χρονών, με τον φίλο του και συνεργάτη του Γιώργο Φραγκογιάννη. Το περιστατικό είχε συμβεί τέσσερα χρόνια πριν, πάλι Ιούλιο μήνα. Τότε ο Καλαποθαράκος είχε τραυματιστεί με πέντε σφαίρες αλλά κατόρθωσε να γλυτώσει.
Φυσικοί αυτουργοί θεωρούνται ο Γιάννης Γαβάκης, πολύ καλός οδηγός μοτοσυκλέτας και ο Στέλιος Χατζηδάκης. Στις δικογραφίες ηθικός αυτουργός φέρεται ο Στεφανάκος που τα διέψευδε όλα. Ένα παπούτσι στο σημείο της εκτέλεσης ανήκε μάλλον στον Χατζηδάκη που από τότε αγνοείται. Φημολογείται ότι είναι τσιμεντωμένος στον πάτο της Ελευσίνας για να μην γίνει ταυτοποίηση DNΑ. Ο Γαβάκης δολοφονήθηκε τον Σεπτέμβριο του 2006 στο Μοσχάτο.
Ο αδελφός του Χρήστος Καλαποθαράκος, ιδιοκτήτης γυμναστηρίων και διοργανωτής αγώνων, ήταν πρωταθλητής του kick boxing. Ξεκίνησε από την Νέα Δημοκρατία ως «νεροκουβαλητής» όπως λέει ο ίδιος. Την επέλεξε επειδή βρισκόταν στον πατριωτικό χώρο. Κατέληξε στον ΛΑΟΣ όπου διετέλεσε σε διάφορες θέσεις, μεταξύ των οποίων και βουλευτής. Ήταν πρώτος επιλαχών και πήρε την θέση του Βορίδη. Το 2015 ήταν υποψήφιος αντιπεριφερειάρχης του Πέτρου Μαντούβαλου και το 2019 στην παράταξη του Σγουρού. Έχει δηλώσει πολλές φορές ότι δεν είχε ποτέ καμία ανάμειξη με τις δραστηριότητες του αδελφού του, Θέμη.