Επιστροφή Καραμανλή το ’74
Επιστροφή Καραμανλή το '74
Ο ναύαρχος Αραπάκης ήταν αυτός που διαπραγματεύτηκε την λήξη των εχθροπραξιών, τον Ιούλιο του 1974. Σύμφωνα με όσα έχει γράψει, ήταν δική του πρωτοβουλία η παράδοση της διακυβέρνησης στους πολιτικούς. Είχε ρίξει την ιδέα από το βράδυ της 21ης Ιουλίου, στους άλλους δύο αρχηγούς, Γαλατσάνο και Παπανικολάου και είχαν συμφωνήσει. Στο μυαλό του είχε πάντοτε την λύση Καραμανλή. Το πρωί της 23ης Ιουλίου 1974, στις 7.30 πήγε μόνος του στον Μπονάνο που ήταν αρχηγός Ενόπλων Δυνάμεων. Αυτός κάλεσε τους άλλους δύο αρχηγούς και συμφώνησαν να αναθέσουν τη διακυβέρνηση σε πολιτικούς.
Ο Μπονάνος θα πήγαινε να το ανακοινώσει στον Γκιζίκη. Πριν μίλησε με τον Γαρουφαλιά για να βάλει αυτόν πρωθυπουργό της αρεσκείας του. Ο Γαρουφαλιάς περίμενε στην εκκλησία της Αγίας Σκέπης του Παπάγου για να πάρει εντολή σχηματισμού κυβέρνησης, μόλις τέλειωνε το ραντεβού του Μπονάνου με τον Γκιζίκη. Ο Γκιζίκης δεν δέχτηκε τη λύση Γαρουφαλιά και κάλεσε τους άλλους τρεις αρχηγούς που επιβεβαίωσαν ότι έχουν αποφασίσει να παραδώσουν την διακυβέρνηση στους πολιτικούς. Στη συνέχεια κάλεσαν τον Ιωαννίδη και του το ανακοίνωσαν χωρίς αυτός να αντιδράσει.
Ο Αραπάκης ισχυρίζεται πως εν τω μεταξύ ο Καραμανλής τηλεφώνησε στο γραφείο του αδελφού του στη Βουλής όπου εκεί βρισκόταν ο Έβερτ. Φοβόντουσαν ότι θα χυθεί αίμα. Ο Καραμανλής ήταν καθησυχαστικός. Τους είπε ότι δεν υπάρχει φόβος γιατί ο Αραπάκης ήλεγχε την κατάσταση και ήταν συνετός. Στις 2 το μεσημέρι κλήθηκαν σε σύσκεψη από τον Γκιζίκη οι: Κανελλόπουλος, Μαύρος, Στέφανος Στεφανόπουλος, Μαρκεζίνης, Αθανασιάδης-Νόβας, Αβέρωφ, Γαρουφαλιάς, Ζολώτας και Ξανθόπουλος-Παλαμάς.
Ο Καραμανλής βρισκόταν στο Παρίσι. Σχεδόν όλοι ήταν παλιοί γνώριμοι του. Κάτι που δεν είναι ευρέως γνωστό είναι ότι στην περίοδο της Κατοχής συμμετείχε στην ομάδα πολιτικού προβληματισμού, "Σοσιαλιστική Ένωση", με Τσάτσο, Μαύρο, Γαρουφαλιά, Άγγελο Αγγελόπουλο και Ζολώτα. Ο Κανελλόπουλος ήταν αρχηγός της ΕΡΕ και πρωθυπουργός πριν την δικτατορία. Ο Μαύρος είχε αναλάβει εκπρόσωπος της Ένωσης Κέντρου στο εσωτερικό μετά το θάνατο του Γεωργίου Παπανδρέου.
Και οι δύο ήταν γερμανοσπουδαγμένοι και θεωρούνταν γερμανόφιλοι. Ο Γαρουφαλιάς είχε σπουδάσει στη Γερμανία και την Γαλλία. Ήταν στενός φίλος και χρηματοδότης του Γεωργίου Παπανδρέου που τον αποκαλούσε φίλο του μονίππου δηλαδή ανάμεσα στους λίγους έμπιστους που χωρούν σε μια άμαξα. Στη υπόθεση ΑΣΠΙΔΑ όμως τάχθηκε με το παλάτι.
Το 1954, ο Παπάγος έκανε ριζικό ανασχηματισμό που περιελάμβανε δύο Αντιπροέδρους, τον Κανελλόπουλο και τον Στέφανο Στεφανόπουλο. Οι δύο αυτοί ήταν οι πιθανότεροι διάδοχοι του. Όμως μετά το θάνατο του Παπάγου, πρωθυπουργός έγινε ο Καραμανλής που ήταν Υπουργός Συγκοινωνιών και Δημοσίων Έργων, με συμφωνία ή κατ’ άλλους παρέμβαση του αμερικανικού παράγοντα. Αυτό απετέλεσε μεγάλη έκπληξη.
Όταν του τηλεφώνησαν την 23η Ιουλίου 1974, ο Κανελλόπουλος βρισκόταν στην Κηφισιά. Λέγεται ότι οδήγησε με ιλιγγιώδη ταχύτητα για να συναντήσει τον Μαύρο πριν τη σύσκεψη. Είχαν αποκτήσει στενή σχέση κατά τη διάρκεια της επταετίας. Συζήτησαν ότι απαιτείται συμμαχία των δύο μεγάλων κομμάτων προ δικτατορίας, της ΕΡΕ και της Ένωσης Κέντρου. Συμφώνησαν να γίνει ο Κανελλόπουλος πρωθυπουργός και ο Μαύρος αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και υπουργός Εξωτερικών.
Στη σύσκεψη που ακολούθησε με τους στρατιωτικούς και τους πολιτικούς, ακούστηκαν πολλές απόψεις, από υπηρεσιακή κυβέρνηση ενός ανδρός που θα πάει σε εκλογές μέχρι κυβέρνηση συνεργασίας όλων των κομμάτων. Το όνομα του Καραμανλή αναφέρθηκε αλλά ο Γκιζίκης επέμενε ότι έπρεπε να σχηματιστεί κυβέρνηση πριν λήξει η σύσκεψη. Οι πολιτικοί και ιδιαίτερα ο Μαύρος ζήτησαν λίγο χρόνο για να μιλήσουν με τους συνεργάτες τους. Τελικά επικυρώθηκε η προσυμφωνία Κανελλόπουλου – Μαύρου και ο Κανελλόπουλος πήρε εντολή να σχηματίσει κυβέρνηση μέχρι τις 8 το βράδυ.
Οι απόψεις διίστανται για το τι έγινε στη συνέχεια. Το σίγουρο είναι ότι έμεινε ο Αβέρωφ μετά την αποχώρηση των υπόλοιπων πολιτικών. Ο Αραπάκης ισχυρίζεται ότι αυτός ήταν που κράτησε τον Αβέρωφ επειδή είχε εκφραστεί θετικά για την λύση Καραμανλή. Επιπλέον ήξερε ότι μπορούσε να εντοπίσει τον Καραμανλή. Θεωρούσε ότι η χώρα χρειάζεται μια δυνατή πολιτική προσωπικότητα. Έπιασε τον Αβέρωφ ιδιαιτέρως και του είπε να προσποιηθεί ότι πηγαίνει στην τουαλέτα και να γυρίσει πίσω.
Ο Αβέρωφ από την άλλη ισχυρίστηκε ότι πήγε σε ένα διπλανό δωμάτιο να πιει νερό. Εκεί συνάντησε κάποιους άλλους ανώτερους στρατιωτικούς που του είπαν ότι τα υπουργεία Εθνικής Αμύνης, Δημόσιας Τάξης και Εσωτερικών πρέπει να μείνουν υπό τον έλεγχο των Ενόπλων Δυνάμεων. Έτσι αναγκάστηκε να γυρίσει πίσω. Ο Αραπάκης λέει ότι η περίπτωση αυτή είχε ήδη συζητηθεί με όλους και είχε απορριφθεί. Άλλες πηγές κάνουν λόγο για παρέμβαση ξένου παράγοντα.
Σε κάθε περίπτωση με πρωτοβουλία Αραπάκη είτε με πρωτοβουλία Αβέρωφ ή με παρέμβαση ξένου παράγοντα συμφώνησαν οι έξι, Γκιζίκης, Μπονάνος, Γαλατσάνος, Αραπάκης, Παπανικολάου, Αβέρωφ, στη λύση Καραμανλή. Κάλεσαν μια συγγενή του που έμενε κοντά του στο Παρίσι και της ζήτησαν να πάει να τον βρει. Ο Καραμανλής μίλησε με όλους στο τηλέφωνο. Τους είπε ότι το νωρίτερο που μπορεί να βρίσκεται στην Ελλάδα είναι η επομένη. Του ζήτησαν να έρθει το συντομότερο δυνατό. Τελικά βρέθηκε ο Ζισκάρ Ντ’ Εσταίν να παραχωρήσει το αεροπλάνο του.
Ο Κανελλόπουλος ενημερώθηκε στις 6.30 ότι αίρεται η εντολή που είχε λάβει. Στις 8.00 ήρθαν οι πολιτικοί. Επικοινώνησαν με Αμερικανική, Αγγλική και Γερμανική πρεσβεία για κάποιες κινήσεις τουρκικών στρατευμάτων στο αεροδρόμιο της Λευκωσίας. Κανελλόπουλος και Μαύρος μίλησαν τηλεφωνικά με τον Κίσιγκερ. Αυτός με τη σειρά του μίληση στον Ετσεβίτ και του ζήτησε να σταματήσει κάθε επιθετική κίνηση. Όλοι έμειναν στο γραφείο του Γκιζίκη μέχρι να έρθει ο Καραμανλής. Το αεροπλάνο προσγειώθηκε στις 2 το βράδυ και μια ώρα αργότερα βρισκόταν μαζί τους.