Θεωρίες πλεονεκτήματος

Θεωρίες πλεονεκτήματος

Αρκετοί ευρωπαϊστές Νεοταξίτες, επικαλούνται την θεωρία του συγκριτικού πλεονεκτήματος του Ρικάρντο. Είναι ένα σαθρό επιχείρημα που μπάζει από τέσσερις πλευρές και θα το ακυρώσουμε. Ταυτόχρονα θα γίνει κατανοητό πόσο αναξιόπιστοι και αφερέγγυοι είναι οι ευρωπαϊστές Νεοταξίτες και γιατί θα πρέπει άμεσα να αντικατασταθούν από την πραγματική ελίτ που έχει συνταχθεί με την Αντί-ΝΤΠ.

Να ξεκινήσουμε με την θεωρία του απόλυτου πλεονεκτήματος του Σμιθ που θα φανεί χρήσιμη σε ένα από τα τρωτά σημεία του Νεοταξικού επιχειρήματος. Να πάρουμε ως παράδειγμα δύο χώρες, την Α και την Β. Ο τομέας των ψυγείων έχει μεγαλύτερη παραγωγικότητα στην χώρα Α, σε σχέση με τον αντίστοιχο στην Β. Ο τομέας των υπολογιστών είναι πιο παραγωγικός στην Β, σε σχέση με την Α.

Συμφέρει και τις δύο, η χώρα Α να επικεντρωθεί στην παραγωγή ψυγείων, η χώρα Β στην παραγωγή υπολογιστών και να αναπτύξουν εμπορικές σχέσεις μεταξύ τους. Η θεωρία του συγκριτικού πλεονεκτήματος είναι μεταγενέστερη και τροποποίησε αυτή του απόλυτου πλεονεκτήματος. Ο Ρικάρντο γεννήθηκε πενήντα χρόνια μετά τον Σμιθ. Όταν ο Σμιθ έγραψε τον «Πλούτο των Εθνών», ο Ρικάρντο ήταν τεσσάρων ετών.

Ο Ρικάρντο υποστήριξε πως αν στη χώρα Α, ο κλάδος των ψυγείων είναι πιο παραγωγικός από τον κλάδο των υπολογιστών και στην χώρα Β, ο κλάδος των υπολογιστών πιο παραγωγικός από τον κλάδο των ψυγείων, τότε και πάλι συμφέρει η χώρα Α να επικεντρωθεί στην παραγωγή ψυγείων και η χώρα Β στην παραγωγή υπολογιστών.

Η θεωρία του απόλυτου πλεονεκτήματος εξετάζει την σχέση παραγωγικότητας σε ίδιους κλάδους διαφορετικών χωρών ενώ η θεωρία του συγκριτικού πλεονεκτήματος, την σχέση παραγωγικότητας διαφορετικών κλάδων στην ίδια χώρα. Η θεωρία του συγκριτικού πλεονεκτήματος δεν είναι λάθος αλλά είναι μονόπλευρη και στενόμυαλη. Βλέπει το δέντρο και χάνει το δάσος.

Πράγματι θα υπάρξει μια αύξηση του παραγόμενου προϊόντος, αν και οι δύο χώρες επικεντρωθούν σε κάτι που κάνουν πιο παραγωγικά. Όμως δεν συμβαίνει μόνο αυτό αλλά και άλλα που παραβλέπουν οι ευρωπαϊστές Νεοταξίτες. Η χώρα Α θα χάσει ένα μεγάλο μέρος ή όλη την αγορά υπολογιστών της και η χώρα Β ένα μεγάλο μέρος ή όλη την αγορά ψυγείων της.

Τα εγχώρια προϊόντα θα αντικατασταθούν από εισαγόμενα και αυτό θα προκαλέσει μείωση του ΑΕΠ. Όμως παράλληλα η Α θα κερδίσει ένα μεγάλο μέρος ή όλη την αγορά ψυγείων της Β και η Β την αγορά υπολογιστών της Α. Έτσι θα έχουμε αύξηση των εξαγωγών και αύξηση του ΑΕΠ, από αυτό τον λόγο. Δηλαδή έχουμε δύο αντίθετες επιδράσεις στο ΑΕΠ και των δύο χωρών. Η υποκατάσταστη των εγχώριων από εισαγόμενα μειώνει το ΑΕΠ ενώ η αύξηση των εξαγωγών το αυξάνει.

Στην πράξη είναι σχεδόν αδύνατο, αυτά τα δύο να είναι ίσα. Ας πούμε πως στην χώρα Α, η υποκατάσταση των εγχώριων είναι μεγαλύτερη από την αύξηση των εξαγωγών. Για να κερδίσει η Α από αυτή την συναλλαγή, θα πρέπει η διαφορά μεταξύ υποκατάστασης εγχώριων και αύξησης εξαγωγών να είναι μικρότερη από το όφελος που προκύπτει λόγω εξειδίκευσης σε πιο παραγωγικό τομέα.

Συνήθως η επίδραση της εξειδίκευσης σε πιο παραγωγικές δραστηριότητες είναι μικρή και η επίδραση της διαφοράς μεταξύ υποκατάστασης εγχώριων και αύξησης εξαγωγών αρκετά μεγαλύτερη. Έτσι δεν είναι win win που ισχυρίζονται οι ευρωπαϊστές Νεοταξίτες αλλά win lose. Χρειάζεται μεγάλη προσοχή στην τράμπα μεταξύ των αγορών των χωρών καθώς η επίδραση της είναι σημαντικότερη από την ωφέλεια λόγω πιο παραγωγικής εξειδίκευσης.

Όμως δεν τελειώνει εδώ η σαθρότητα του επιχειρήματος των ευρωπαϊστών Νεοταξιτών. Θα πρέπει η χώρα Α να έχει επίσης απόλυτο πλεονέκτημα στην παραγωγή ψυγείων και η χώρα Β στην παραγωγή υπολογιστών. Α πχ η Α δεν έχει απόλυτο πλεονέκτημα, τότε όχι μόνο θα χάσει την εγχώρια αγορά υπολογιστών αλλά και την εγχώρια αγορά ψυγείων και δεν θα μπορέσει να κερδίσει την αγορά ψυγείων στην Β.

Διότι αν η παραγωγικότητα των ψυγείων της Α είναι χαμηλότερη από των ψυγείων της Β, τότε δεν θα είναι ανταγωνιστικά. Στην ανταγωνιστικότητα υπεισέρχεται και το επίπεδο τιμών. Αυτό το τελευταίο όπλο το απεμπόλησαν οι χώρες χαμηλότερης παραγωγικότητας που μπήκαν στο ευρώ. Χοντρικά, μπορούμε να θεωρήσουμε το ευρώ, ως τον σταθμισμένο μέσο όρο των νομισμάτων που υπήρχαν στις χώρες της ευρωζώνης πριν το ευρώ.

Αν δεν υπάρχει απόλυτο πλεονέκτημα, θα πρέπει ο τομέας να προστατευτεί, κάτι που δεν συμβαίνει στην ΕΕ και δεν δέχονται η ευρωπαϊστές Νεοταξίτες. Ο προστατευτισμός είναι ανάθεμα για αυτούς. Έτσι δημιουργείται μια αντίφαση με το επιχείρημα του συγκριτικού πλεονεκτήματος. Χωρίς απόλυτο πλεονέκτημα, το συγκριτικό πλεονέκτημα χρειάζεται προστατευτισμό.

Κύρια σημεία

Scroll to Top